ΕΝΑ ΑΣΥΝΗΘΙΣΤΟ ΠΡΩΙΝΟ ΓΙΑ ΤΟΝ JOHN
(ΕΝΑ ΑΣΥΝΗΘΙΣΤΟ ΠΡΩΙΝΟ ΓΙΑ ΤΟΝ JOHN)
Ήταν νωρίς το πρωί όταν ένας άνδρας που τον έλεγαν John είχε ξυπνήσει νωρίς για την δουλειά. Ήταν εργένης και ζούσε ένα λιτό και σχεδόν ασκητικό θα έλεγε κανείς βίο. Είχαν περάσει 25 χρόνια απ’την θητεία στο στρατό και όλα έμοιαζαν να κυλούν αργά και βασανιστικά, θα έλεγε κανείς μια ζωή που κυλά χωρίς ιδιαίτερες στιγμές σαν κι αυτές που ζουν όσοι έχουν οικογένεια. Έτσι κι εκείνος έψαχνε εναγωνίως να βρει κάποιο νόημα σ’αυτή την άθλια ζωή που ζούμε όλοι σχεδόν οι περισσότεροι.
Ξεκινώντας για την δουλειά μπήκε στο αυτοκίνητο και καθώς έφτασε σχεδόν στα μισά της διαδρομής, είδε προς έκπληξη του στο δρόμο επάνω μια κοπέλα που περπατούσε σκεφτική, μόνη και φοβισμένη. Έτσι έδειχνε τουλάχιστον ξαπλωμένη στο δρόμο επάνω, σταμάτησε έκπληκτος και αποφάσισε να βγει έξω και να τη βοηθήσει. Βγήκε την πλησίασε και ρώτησε αν είναι καλά, ήταν μια μελαχρινή κοπέλα μετρίου αναστήματος, νεαρή γύρω στα 20 και με εμφανή τα σημάδια της απελπισίας στα μάτια της «Έλα σήκω να πάμε να καθίσουμε εδώ στην άκρη του δρόμου και να μου πεις αν θέλεις τι σε βασανίζει;» της είπε ο John. Εκείνη διστακτική στην αρχή αλλά μετά βλέποντας ότι δεν είχε κάτι το απειλητικό στο ύφος του ο John δέχτηκε.
Πήγαν και οι δυο σ’ένα μικρό καφέ & εστιατόριο και της παράγγειλε κάτι να φάει. Το κορίτσι έτρωγε με βουλιμία καθώς είχε να φάει δυο μέρες όπως είπε λίγο μετά «Έφυγα απ’το σπίτι μου διότι εδώ και καιρό ο πατριός μου ήθελε να με βάλει χέρι κι εγώ δεν του καθόμουν. Παντρεύτηκε την μητέρα μου και στην αρχή ήταν όλα σχεδόν καλά αλλά λίγο αργότερα οι ορέξεις του ήταν ατελείωτες. Ένα βράδυ που ήρθε απ’την δουλειά μπήκε κρυφά στο δωμάτιο μου και περίμενε να βγω απ’το μπάνιο καθώς ήμουν γυμνή με πλησίασε και άρχισε να με χαϊδεύει λέγοντας μου πόσο όμορφη είμαι. Εγώ προσπάθησα να αντισταθώ αλλά με έπιασε και με γύρισε από πίσω, έσκισε το κιλοτάκι μου και άρχισε να με γλείφει τα μουνόχειλα από πίσω. Στην αρχή ένιωσα αηδία αλλά μετά άρχισα να καυλώνω κι εγώ ώσπου έβγαλε το μόριο του και μου το έχωσε βαθιά, στην αρχή πόνεσα πολύ αλλά μετά η καύλα απ’το γαμήσι ήταν ατελείωτη, με πήρε από παντού και στο τέλος έχυσε στο πρόσωπο μου. Αυτό συνεχίστηκε για αρκετό καιρό ώσπου στο τέλος ήθελε να με πάρει κι από πίσω. Στην αρχή δεν ήθελα αλλά μου έλεγε ότι θα μου αρέσει, νόμιζα ότι θα μου άρεσε και άρχισε να μπαίνει σιγά ώσπου στο τέλος μπήκε ολόκληρο και άρχισα να πονάω φρικτά, ούρλιαζα απ’τον πόνο κι εκείνος δεν σταματούσε αλλά συνέχιζε πιο καυλωμένος. Εκείνη την στιγμή μπήκε η μάνα μου και μόλις τα είδε όλα αυτά άρχισε να ουρλιάζει και να τον χτυπά, στο τέλος έδιωξε κι εκείνον και εμένα.»
«Καλά μπορείς να μείνεις για λίγο σπίτι μου μέχρι να βρεις τι θα κάνεις.» «Σ’ευχαριστώ πολύ» είπε το κορίτσι, έτσι πηγε στο σπίτι του κι ο John στην δουλειά. Μόλις γύρισε απ’την δουλειά το κορίτσι κοιμόταν γυμνό στο κρεβάτι του, όταν ο John μπήκε στο μπάνιο εκείνη θέλοντας να τον ευχαριστήσει μπήκε κι εκείνη μαζί του… «Ωωωω!! Τι… κάνεις;» Δεν πρόλαβε να μιλήσει και εκείνη άρχισε να τον παίρνει άγρια πίπα κάνοντας τον να βαριανασαίνει απ’την καύλα, παίρνοντας θάρρος κι εκείνος άρχισε να την φιλάει με πάθος πρώτα στα χείλη ώσπου στο τέλος άρχισε να την γλείφει το μουνάκι κάνοντας την να χύνει τρέμοντας «Σκίσε με, γάμησε με βαθιά με τον πούτσο σου…» του είπε κι εκείνος την γύρισε από πίσω και της τον έχωσε βαθιά. Φώναζαν κι οι δυο απ’την καύλα και στο τέλος αφού την γάμησε σε όλες τις στάσεις την έχυσε μέσα στο στόμα, εκείνη με βουλιμία τα ρούφηξε όλα καταπίνοντας τα. «Θέλω κι άλλο γαμήσι!» του είπε, κοιτάζοντας την σαστισμένος «Μα μόλις σε γάμησα…» «Σε θέλω πολύ!» του είπε εκείνη και πηγαίνοντας στην κρεβατοκάμαρα συνέχισαν να γαμιούνται. Ο John είχε βρει ξανά τον παλιό του εαυτό είχε ξαναβρεί το νόημα που έψαχνε καθώς το κορίτσι ήταν πανέμορφη και ακόρεστη στο σεξ…
Τελικά η ζωή είναι πολλά υποσχόμενη αρκεί να έχεις υπομονή, κι αυτή στο τέλος σε ανταμείβει. Σήμερα το κορίτσι κι ο John ζουν μαζί και η ζωή μοιάζει να τους χαμογελά…